Πέμπτη 2 Μαΐου 2013

ΣΤΟ ΣΤΑΥΡΟ ΚΑΙ ΤΟ ΛΗΣΤΗ




ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

1.-. Σήμερα ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς βρίσκεται πάνω στὸ σταυρὸ καὶ ἐμεῖς ἑορτάζουμε, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι ὁ σταυρὸς εἶναι ἑορτὴ καὶ πανήγυρη πνευματική. Γιατί προηγουμένως ὁ σταυρὸς ἦταν ἡ λέξη ποὺ σήμαινε καταδίκη, τώρα ὅμως ἔγινε ἀντικείμενο τιμῆς. Προηγουμένως ἦταν σύμβολο καταδίκης, τώρα ὅμως εἶναι ἡ προϋπόθεση τῆς σωτηρίας μας. Γιατί αὐτὸς ὁ σταυρὸς μᾶς προξένησε ἄπειρα ἀγαθά, αὐτὸς μᾶς ἀπάλλαξε ἀπὸ τὴν πλάνη τῆς εἰδωλολατρίας, αὐτὸς μᾶς φώτισε ἐνῶ ζούσαμε μέσα στὸ σκοτάδι, αὐτὸς μᾶς συμφιλίωσε μὲ τὸν Θεό, ἐνῶ εἴχαμε γίνει ἐχθροί του, αὐτὸς μᾶς ἔκανε φίλους του, ἐνῶ εἴχαμε ἀποξενωθεῖ ἀπ’ Αὐτόν, αὐτὸς μᾶς ἔφερε κοντὰ στὸν Θεό, ἐνῶ ἤμαστε μακριά Του.

Αὐτὸς ἐξαφάνισε τὴν ἔχθρα, αὐτὸς ἐξασφάλισε τὴν εἰρήνη, αὐτὸς ἔγινε γιὰ μᾶς θησαυροφυλάκιο ἀπείρων ἀγαθῶν. Ἐξαιτίας του δὲν περιπλανιόμαστε πιὰ στὶς ἐρήμους, γιατί γνωρίσαμε τὸν ἀληθινὸ δρόμο. Δὲν ζοῦμε πιὰ ἔξω ἀπὸ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, γιατί βρήκαμε τὴν εἴσοδό της.

Δὲν φοβόμαστε πιὰ τὰ πυρωμένα βέλη τοῦ διαβόλου, γιατί εἴδαμε τὴν πηγή. Χάρη σ’ αὐτὸν δὲν βρισκόμαστε πιὰ σὲ χηρεία, γιατί ἀποκτήσαμε τὸ Νυμφίο. Δὲν φοβόμαστε τὸ λύκο, γιατί ἔχουμε τὸν καλὸ Ποιμένα. Γιατί λέγει ὁ Χριστός: «Ἐγὼ εἶμαι ὁ ποιμένας ὁ καλὸς»1.

Χάρη σ’ αὐτὸν δὲν τρέμουμε τὸν τύραννο, γιατί εἴμαστε κοντὰ στὸν Βασιλιά. Γι’ αὐτὸ ἑορτάζουμε καὶ τιμοῦμε τὸ σταυρό. Ἔτσι παράγγειλε καὶ ὁ Παῦλος νὰ ἑορτάζουμε τὸ σταυρό. Διότι λέγει: «Ἂς ἑορτάζουμε ὄχι μὲ τὴν παλιὰ ζύμη, ἀλλὰ μὲ ἄζυμα εἰλικρίνειας καὶ ἀλήθειας»2. Ἔπειτα, ἀφοῦ πρόσθεσε τὴν αἰτία, συνέχισε; «Γιατί τὸ Πάσχα τὸ δικό μας εἶναι ὁ Χριστός, ποὺ θυσιάσθηκε γιὰ τὴ σωτηρία μας»3.

Βλέπεις γιατί παραγγέλλει νὰ ἑορτάζουμε τὸν σταυρό; Γιατί ἐπάνω στὸν σταυρὸ θυσιάσθηκε ὁ Χριστός. Καὶ ὅπου γίνεται θυσία, ἐκεῖ ἐξαφανίζονται τὰ ἁμαρτήματα, ἐκεῖ γίνεται συμφιλίωση μὲ τὸν Κύριο, ἐκεῖ γίνεται ἑορτὴ καὶ χαρά. «Τὸ Πάσχα, τὸ δικό μας εἶναι ὁ Χριστός, ποὺ θυσιάσθηκε γιά μας». Καὶ πές μου, ποῦ θυσιάσθηκε; Πάνω σὲ σταυρὸ ποὺ στήθηκε ψηλά. Εἶναι καινούριο τὸ θυσιαστήριο αὐτῆς τῆς θυσίας, ἐπειδὴ καὶ ἡ θυσία εἶναι καινούρια καὶ ἀξιοθαύμαστη. Γιατί ὁ Ἴδιος ἦταν καὶ θύμα καὶ ἱερέας. Θύμα, κατὰ τὸ σῶμα Του, καὶ Ἱερέας, κατὰ τὴν πνευματική του φύση. Ὁ Ἴδιος καὶ πρόσφερε τὴ θυσία καὶ προσφερόταν σωματικά.

Ἄκουσε λοιπὸν πῶς μᾶς φανέρωσε ὁ Παῦλος αὐτὰ τὰ δύο. «Κάθε ἀρχιερέας», λέγει, «ξεχωρίζεται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ γίνεται ἀρχιερέας γιὰ τὴν ὠφέλεια τῶν ἀνθρώπων. Γι’ αὐτὸ λοιπὸν ἦταν ἀνάγκη νὰ ἔχει καὶ ὁ Χριστὸς κάτι ποὺ νὰ τὸ προσφέρει σὰν θυσία. Καὶ πρόσφερε αὐτὸς τὸν ἑαυτὸ του»4. Καὶ ἀλλοῦ λέγει, ὅτι «Ὁ Χριστὸς ποὺ θυσιάσθηκε μία φορὰ γιὰ νὰ βαστάξει πάνω του τὶς ἁμαρτίες τῶν πολλῶν, θὰ φανεῖ σ’ ἐκείνους ποὺ τὸν περιμένουν γιὰ νὰ τοὺς σώσει»5. Νά, στὴ μία περίπτωση θυσιάσθηκε, ἐνῶ στὴν ἄλλη θυσίασε τὸν Ἑαυτό του. Εἶδες πὼς ἔγινε καὶ θύμα καὶ Ἱερέας, καὶ πῶς ὁ σταυρὸς ἦταν θυσιαστήριο;

Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο, θὰ πεῖ κάποιος, δὲν ἔγινε ἡ θυσία του μέσα στὸ ναό, ἀλλὰ ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ τὰ τείχη; Γιὰ νὰ πραγματοποιηθεῖ ἡ προφητεία ποὺ ἔλεγε: «Τὸν λογάριασαν ἀνάμεσα στοὺς κακούργους»6. Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο, σφάζεται πάνω σὲ σταυρὸ ποὺ στήθηκε ψηλὰ καὶ ὄχι κάτω ἀπὸ στέγη; Γιὰ νὰ καθαρίσει τὴν ἀτμόσφαιρα, γι’ αὐτὸ θυσιάσθηκε ψηλά, χωρὶς νὰ ὑπάρχει ἀπὸ πάνω Του στέγη, ἀλλὰ ὁ οὐρανός. Καθαριζόταν λοιπὸν ἡ ἀτμόσφαιρα, ἐπειδὴ θυσιαζόταν ψηλὰ τὸ πρόβατο. Καθαριζόταν ὅμως καὶ ἡ γῆ, ἐπειδὴ ἔσταζε πάνω της τὸ αἷμα ἀπὸ τὴν πλευρά Του. Γι’ αὐτὸ δὲν θυσιάσθηκε κάτω ἀπὸ στέγη, γι’ αὐτὸ δὲν θυσιάσθηκε στὸ ναὸ τῶν Ἰουδαίων, γιὰ νὰ μὴ νομίσεις ὅτι Αὐτός προσφέρεται γιὰ χάρη μόνο τοῦ ἰουδαϊκοῦ ἔθνους. Γι’ αὐτὸ θυσιάσθηκε ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ τὰ τείχη, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι ἡ θυσία ἔγινε γιὰ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅτι ἡ προσφορὰ ἔγινε γιὰ ὅλη τὴ γῆ, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι ὁ καθαρμὸς εἶναι γενικὸς καὶ ὄχι μερικός, ὅπως γινόταν στοὺς Ἰουδαίους.

Γι’ αὐτὸ παράγγειλε ὁ Θεὸς στοὺς Ἰουδαίους ν’ ἀφήσουν ὅλη τὴ γῆ καὶ σ’ ἕνα τόπο νὰ προσφέρουν τὶς θυσίες τους καὶ νὰ προσεύχονται, ἐπειδὴ ὅλη ἡ γῆ ἦταν ἀκάθαρτη, ἐπειδὴ ὑπῆρχαν πάνω της καπνὸς καὶ μυρωδιὰ ψημένων κρεάτων καὶ ὅλες οἱ ἄλλες ἀκαθαρσίες ἀπὸ τὶς εἰδωλολατρικὲς θυσίες. Γιὰ μᾶς ὅμως, ἀπὸ τότε ποὺ ἦρθε ὁ Χριστὸς καὶ καθάρισε ὅλη τὴν οἰκουμένη, ὅλος ὁ τόπος ἔγινε τόπος προσευχῆς. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος μὲ πεποίθηση συμβούλευε νὰ προσευχόμαστε χωρὶς φόβο παντοῦ, λέγοντας τὰ ἑξῆς: «Θέλω νὰ προσεύχονται οἱ ἄνδρες σὲ κάθε τόπο καὶ νὰ σηκώνουν πρὸς τὸν οὐρανὸ καθαρὰ χέρια»7. Εἶδες πῶς καθαρίσθηκε ἡ οἰκουμένη; Ἀπὸ τὸν τόπο τῆς θυσίας Του λοιπὸν, μποροῦμε παντοῦ νὰ ὑψώνουμε πρὸς τὸν οὐρανὸ χέρια καθαρά, γιατί ὅλη ἡ γῆ ἁγιάσθηκε καὶ ἔγινε ἁγιότερη ἀπὸ τὰ ἅγια τῶν ἁγίων. Γιατί ἐκεῖ θυσιάσθηκε πρόβατο ποὺ δὲν εἶχε λογικό, ἐδῶ ὅμως Πρόβατο πνευματικό. Καὶ ὅσο πιὸ μεγάλη εἶναι ἡ θυσία, τόσο πιὸ πολὺς εἶναι καὶ ὁ ἁγιασμός. Γι’ αὐτὸ ἑορτάζουμε τὸν σταυρό.

2.-. Θέλεις νὰ μάθεις καὶ ἄλλο κατόρθωμα τοῦ σταυροῦ; Τὸν παράδεισο μᾶς ἄνοιξε σήμερα, ποὺ ἦταν κλεισμένος περισσότερο ἀπὸ πέντε χιλιάδες χρόνια8. Γιατί αὐτὴ τὴν ἡμέρα, αὐτὴ τὴν ὥρα ἔβαλε μέσα στὸν παράδεισο τὸν ληστὴ ὁ Θεὸς καὶ ἔκαμε δύο κατορθώματα• τὸ πρῶτο, ὅτι ἄνοιξε τὸν παράδεισο, καὶ τὸ δεύτερο, ὅτι ἔβαλε μέσα τὸν ληστή. Σήμερα μᾶς ἔδωσε πάλι τὴν παλιὰ πατρίδα μας, σήμερα μᾶς ἔφερε πάλι στὴν πόλη τῶν προγόνων μας καὶ χάρισε κατοικία σ’ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Γιατί εἶπε ὁ Χριστός: «Σήμερα θὰ εἶσαι μαζί μου στὸν παράδεισο»9. Τί λέγεις; Σταυρώθηκες καὶ καρφώθηκες καὶ ὑπόσχεσαι παράδεισο; Ναί, λέγει, γιὰ νὰ μάθεις καλὰ τὴ δύναμη ποὺ ἔχω ἐπάνω στὸν σταυρό. Ἐπειδὴ, δηλαδὴ, τὸ γεγονὸς ἦταν λυπηρό, γιὰ νὰ μὴ προσέξεις στὴν σταύρωση, ἀλλὰ γιὰ νὰ μάθεις τὴ δύναμη τοῦ Σταυρωμένου, ἐπάνω στὸν σταυρὸ κάνει αὐτὸ τὸ θαῦμα, ποὺ δείχνει ἰδιαίτερα τὴ δύναμή Του. Γιατί ὄχι ὅταν ἀνέστησε νεκρό, οὔτε ὅταν ἐπιτίμησε τὴ θάλασσα καὶ τοὺς ἀνέμους, οὔτε ὅταν ἀπομάκρυνε τοὺς δαίμονες, ἀλλὰ ὅταν τὸν σταύρωναν, ὅταν τὸν κάρφωναν, ὅταν τὸν εἰρωνεύονταν, ὅταν τὸν κακολογοῦσαν κατόρθωσε ν’ ἀλλάξει τὴν πονηρὴ σκέψη τοῦ ληστῆ, γιὰ νὰ δεῖς τὴ δύναμή Του καὶ ἀπὸ τὶς δυό πλευρές. Καὶ ὁλόκληρη τὴν κτίση δηλαδὴ συγκλόνισε, καὶ τὶς πέτρες ράγισε, καὶ τὴν ψυχὴ τοῦ ληστῆ, ποὺ ἦταν πιὸ ἀναίσθητη ἀπὸ τὴν πέτρα, τὴ συγκίνησε καὶ τὴν τίμησε.

«Γιατί, σήμερα θὰ εἶσαι μαζί μου στὸν παράδεισο», λέγει. Ἂν καὶ τὰ Χερουβεὶμ φρουροῦσαν τὸν παράδεισο, αὐτὸς ὅμως ἦταν κύριος καὶ τῶν Χερουβείμ. Ἐκεῖ περιφέρεται πύρινη ρομφαία, ἀλλ’ Αὐτὸς ἔχει ἐξουσία πάνω στὴ φλόγα καὶ τὴν κόλαση καὶ τὴ ζωὴ καὶ τὸ θάνατο. Ἂν καὶ κανεὶς βασιλιὰς δὲ θὰ μποροῦσε ποτὲ ν’ ἀνεχθεῖ κάποιο ληστὴ ἢ κάποιον ἄλλον ἄνθρωπο νὰ καθίσει κοντά του καὶ νὰ τὸν φέρει ἔτσι μέσα σὲ κάποια πόλη. Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς τὸ ἔκαμε αὐτὸ καί, καθὼς μπαίνει μέσα στὴν ἱερὴ πατρίδα, φέρει μαζί Του τὸν ληστή, ὄχι γιατί περιφρονοῦσε τὸν παράδεισο, ὄχι γιὰ νὰ τὸν προσβάλει μὲ τὴν παρουσία τοῦ ληστῆ, ἀλλὰ μᾶλλον γιὰ νὰ τὸν τιμήσει. Γιατί αὐτὸ ἦταν τιμὴ γιὰ τὸν παράδεισο, νὰ ἔχει δηλαδὴ τέτοιον κύριο, ποὺ ἔκαμε καὶ τὸν ληστὴ ἄξιο ν’ ἀπολαύσει τὸν παράδεισο. Καὶ ὅταν ἔβαλε τελῶνες καὶ πόρνες στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, δὲν τὸ ἔκαμε γιατί ἤθελε νὰ τὴν περιφρονήσει, ἀλλὰ περισσότερο τὴν τιμοῦσε, ἀποδεικνύοντας ὅτι τέτοιος εἶναι ὁ Κύριος τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ποὺ κάνει καὶ πόρνες καὶ τελῶνες τόσο ἐκλεκτούς, ὥστε ν’ ἀποδειχθοῦν ἄξιοι γιὰ τὴν τιμὴ καὶ τὴν εὐεργεσία αὐτή. Ὅπως δηλαδὴ θαυμάζουμε πάρα πολὺ ἕναν ἰατρὸ τότε, ὅταν τὸν δοῦμε νὰ θεραπεύει καὶ νὰ ἐπαναφέρει τὴν ὑγεία σ’ ἀνθρώπους ποὺ ἔπασχαν ἀπὸ ἀνίατες ἀσθένειες, ἔτσι εἶναι δίκαιο νὰ θαυμάζουμε καὶ τὸ Χριστό, ὅταν θεραπεύει ἀνίατα τραύματα, ὅταν ξαναδίνει σὲ τελώνη καὶ πόρνη τόση ὑγεία, ὥστε ν’ ἀποδειχθοῦν ἄξιοι γιὰ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

Καὶ τί τὸ σπουδαῖο ἔκαμε ὁ ληστής, θὰ πεῖ κάποιος, γιὰ νὰ κερδίσει τὸν παράδεισο μετὰ τὴ σταύρωσή του; Θέλεις νὰ σοῦ πῶ σύντομα τὸ κατόρθωμά του; Ὅταν ὁ Πέτρος τὸν ἀρνήθηκε χωρὶς νὰ εἶναι στὸν σταυρό, τότε ἐκεῖνος τὸν πίστεψε καθὼς ἦταν ἐπάνω στὸν σταυρό. Καὶ δὲν τὰ λέγω αὐτὰ γιὰ νὰ κατηγορήσω τὸν Πέτρο, μακριὰ μιά τέτοια σκέψη, ἀλλὰ γιατί θέλω νὰ δείξω τὴ μεγαλοψυχία τοῦ ληστῆ. Ὁ μαθητὴς δὲν ἄντεξε τὴν ἀπειλὴ ἑνὸς ἀσήμαντου κοριτσιοῦ, ὁ ληστὴς ὅμως, ἂν καὶ ἔβλεπε νὰ στέκεται γύρω ὁλόκληρος λαός, ποὺ φώναζε, καὶ ἔκανε σὰν τρελλός, καὶ βλασφημοῦσε καὶ περιγελοῦσε, δὲν τὰ ἔδωσε σημασία αὐτά, οὔτε πρόσεξε τὴ φαινομενικὴ ἀδυναμία ἐκείνου ποὺ σταυρωνόταν, ἀλλά, παραβλέποντας μὲ τὰ μάτια τῆς πίστης ὅλα αὐτὰ καὶ ξεπερνώντας τὰ ἀσήμαντα ἐμπόδια, ἀναγνώρισε τὸν Κύριο τῶν οὐρανῶν καὶ ἀφοῦ τὸν παρακάλεσε τοῦ εἶπε: «Θυμήσου με, Κύριε, ὅταν φθάσεις στὴ βασιλεία σου»10.

Ἂς μὴν προσπεράσουμε λοιπὸν ἐπιπόλαια αὐτὸν τὸν ληστή, οὔτε νὰ ντραποῦμε νὰ τὸν θεωρήσουμε διδάσκαλό μας, αὐτὸν ποὺ ὁ Κύριός μας δὲν ντράπηκε νὰ τὸν ὁδηγήσει πρῶτο στὸν παράδεισο. Ἂς μὴ ντραποῦμε νὰ θεωρήσουμε διδάσκαλό μας τὸν ἄνθρωπο, ποὺ πρῶτος ἀπ’ ὅλο τὸν κόσμο φάνηκε ἄξιος νὰ μπεῖ στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἀλλ’ ἂς ἐξετάσουμε τὸ καθετὶ μὲ προσοχή, γιὰ νὰ μάθουμε τὴ δύναμη τοῦ σταυροῦ.

Δὲν εἶπε στὸν ληστή, ὅπως στὸν Πέτρο, «Ἀκολούθησέ με καὶ θὰ σὲ κάνω ἱκανὸ νὰ ψαρεύεις ἀνθρώπους»11, οὔτε τοῦ εἶπε, ὅπως εἶπε στοὺς δώδεκα μαθητές του, ὅτι «θὰ καθίσετε σὲ δώδεκα θρόνους νὰ δικάζετε τὶς δώδεκα φυλὲς τοῦ Ἰσραὴλ»12. Καὶ μάλιστα δὲν τοῦ εἶπε οὔτε μία λέξη. Δὲν τοῦ ἔδειξε θαῦμα, οὔτε εἶδε αὐτὸς ν’ ἀνασταίνει κάποιο νεκρό, οὔτε νὰ διώχνει δαίμονες. Δὲν εἶδε τὴ θάλασσα νὰ ὑπακούει στὴν προσταγή του, οὔτε τοῦ εἶπε κάτι γιὰ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, οὔτε γιὰ τὴν κόλαση, καὶ ἐνώπιον ὅλων πίστεψε σ’ Αὐτόν, καὶ μάλιστα τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ ἄλλος ληστὴς ἦταν σταυρωμένος μαζί του, γιὰ νὰ πραγματοποιηθοῦν τὰ λόγια τοῦ Προφήτη, ὅτι «Λογαριάσθηκε ἀνάμεσα στοὺς κακούργους»13.

Ἤθελαν λοιπὸν οἱ Ἰουδαῖοι νὰ συκοφαντήσουν τὴ δόξα Του καὶ μὲ κάθε τρόπο τὸν ἔβριζαν μ’ αὐτὰ ποὺ ἔκαμναν. Ἡ ἀλήθεια ὅμως ἀπὸ παντοῦ ἔλαμπε καὶ αὐξανόταν μὲ τὶς ἀντιδράσεις τους. Τὸν εἰρωνεύονταν λοιπὸν ὁ ἄλλος ληστής. Εἶδες τὸν ἕνα καὶ τὸν ἄλλο ληστή; Καὶ οἱ δύο εἶναι πάνω στὸν σταυρό, καὶ οἱ δύο γιατί ἦταν ληστές, καὶ οἱ δύο γιατί ἔδειξαν κακὴ διαγωγή. Δὲν εἶχαν ὅμως καὶ οἱ δύο τὸ ἴδιο τέλος, ἀλλ’ ὁ ἕνας κληρονόμησε τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν καὶ ὁ ἄλλος πῆγε στὴν κόλαση. Ἔτσι ἔγινε καὶ χθές. Μαθητὲς ἦταν οἱ ἕνδεκα, μαθητὴς καὶ ὁ Ἰούδας. Ἐκεῖνοι μὲν ἔλεγαν, «Ποῦ θέλεις νὰ σοῦ ἑτοιμάσουμε νὰ φάγεις τὸ Πάσχα;»14, ἐνῶ αὐτὸς ἑτοιμαζόταν γιὰ τὴν προδοσία καὶ ἔλεγε: «Τί θέλετε νὰ μοῦ δώσετε, γιὰ νὰ σᾶς τὸν παραδώσω;»14α. Καὶ ἐκεῖνοι ἑτοιμάζονταν νὰ τὸν περιποιηθοῦν καὶ νὰ πάρουν μέρος στὴ θεία μυσταγωγία, αὐτὸς ὅμως τὸν προσκυνάει. Ὁ ἕνας τὸν βρίζει, ὁ ἄλλος τὸν ἐπαινεῖ καὶ κλείνει τὸ στόμα τοῦ βλάσφημου λέγοντας: «Οὔτε τὸν Θεὸ δὲν φοβᾶσαι ἐσύ; Γιατί ἐμεῖς ἀπολαμβάνουμε ὅπως μᾶς ἄξιζε γιὰ ἐκεῖνα ποὺ κάναμε»15.

3.-. Εἶδες τὸ θάρρος τοῦ ληστῆ; Εἶδες τὸ θάρρος τοῦ ἐπάνω στὸ σταυρό; Εἶδες τὴν πίστη του τὴν ὥρα τῆς τιμωρίας του καὶ τὴν εὐσέβειά του τὴν ὥρα τοῦ βασανισμοῦ του; Ποιὸς λοιπὸν δὲν θὰ ἔνιωθε κατάπληξη γιὰ τὸ ὅτι ἦταν κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του, γιὰ τὸ ὅτι εἶχε τὰ λογικά του, ἂν καὶ τὸν εἶχαν τρυπήσει μὲ καρφιά; Αὐτὸς ὅμως δὲν ἦταν μόνο κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του, ἀλλὰ καὶ ἀδιαφοροῦσε γιὰ τὰ βάσανά του καὶ φρόντιζε γιὰ τὰ βάσανα τῶν ἄλλων, καὶ ἔγινε διδάσκαλος ἐπάνω στὸν σταυρὸ καὶ κατακρίνει τὸν ἄλλο ληστὴ καὶ τοῦ λέγει: «Οὔτε τὸν Θεὸ δὲν φοβᾶσαι ἐσύ;». Νὰ μὴ προσέχεις, λέγει, στὸ ἐπίγειο δικαστήριο• ὑπάρχει ἄλλος κριτὴς ἀόρατος, ὑπάρχει δικαστήριο ἀμερόληπτο. Νὰ μὴν βλέπεις λοιπὸν ἐπειδὴ καταδικάσθηκε στὴ γῆ, γιατί δὲν γίνονται αὐτὰ στὸν οὐρανό. Ἐδῶ, δηλαδὴ, στὸ ἐπίγειο δικαστήριο καὶ δίκαιοι καταδικάζονται, καὶ ἄδικοι ἀθωώνονται, καὶ ἔνοχοι δὲν παθαίνουν τίποτε, καὶ ἀθῶοι τιμωροῦνται. Γιατί οἱ δικαστὲς κάνουν πολλὰ λάθη θεληματικὰ ἢ ἄθελά τους, ἢ γιατί δὲ γνωρίζουν τὸ δίκαιο καὶ ἐξαπατοῦνται, ἢ γιατί τὸ γνωρίζουν, ἀλλά, ἐπειδὴ ἐξαγοράζονται μὲ χρήματα, παίρνουν πολλὲς φορὲς ἄδικη ἀπόφαση. Στὸν οὐρανὸ ὅμως δὲν συμβαίνει τίποτε τέτοιο. Γιατί ὁ Θεὸς εἶναι δίκαιος κριτὴς καὶ ἡ ἀποφασή του θὰ βγεῖ σὰν τὸ φῶς χωρὶς νὰ ἔχει δόλο οὔτε ἄγνοια. Γιὰ νὰ μὴν λέγει λοιπόν, ὅτι καταδικάσθηκε στὴ γῆ καὶ τιμωρήθηκε, τὸν ἀνέβασε στὸ οὐράνιο δικαστήριο. Τοῦ θύμισε ἐκεῖνο τὸ φοβερὸ βῆμα, λέγοντας περίπου αὐτά: Πρόσεχε ἐκεῖ καὶ δὲν θὰ ρίξεις καταδικαστικὴ ψῆφο, οὔτε θὰ συμφωνήσεις μὲ τοὺς ἀνήθικους δικαστὲς τῆς γῆς, ἀλλὰ θὰ παραδεχθεῖς τὴ δίκη ποὺ γίνεται στοὺς οὐρανούς. Εἶδες τὴν πίστη τοῦ ληστῆ; Εἶδες σύνεση καὶ διδασκαλία του; Ἀμέσως ἀπὸ τὸν σταυρὸ πήδησε στὸν οὐρανό.

Ἔπειτα, ἀποστομώνοντας μὲ τὸ παραπάνω αὐτόν, τοῦ λέγει: «Δὲν φοβᾶσαι, γιατί τιμωρηθήκαμε μὲ τὴν ἴδια ποινή;». Τί σημαίνει, «ὅτι ἐν τῷ αὐτῶ κρίματι ἐσμέν;». Ὅτι τιμωρηθήκαμε μὲ τὸν ἴδιο τρόπο. Μήπως λοιπὸν καὶ ἐσὺ δὲν εἶσαι πάνω στὸν σταυρό; Βρίζοντας λοιπὸν τὸν Χριστό, προσβάλλεις τὸν ἑαυτό σου ἀντὶ γι’ αὐτόν. Γιατί, ὅπως ὁ ἁμαρτωλός, ὅταν κατηγορεῖ ἄλλον ἁμαρτωλό, κατηγορεῖ τὸν ἑαυτό του καὶ ὄχι τὸν ἄλλο, ἔτσι καὶ αὐτὸς ποὺ βρίσκεται σὲ συμφορὰ καὶ βρίζει τὸν ἄλλο γιὰ τὴ συμφορὰ του βρίζει τὸν ἑαυτό του καὶ ὄχι τὸν ἄλλο. «Γιατί τιμωρηθήκαμε μὲ τὴν ἴδια ποινή». Τοῦ διαβάζει ἀποστολικὸ νόμο καὶ τοῦ λέγει τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου, «Μὴ κατακρίνετε, γιὰ νὰ μὴ κατακριθεῖτε»16. «Γιατί τιμωρηθήκαμε μὲ τὴν ἴδια ποινή».

Τί κάνεις, ληστή; Προσπαθώντας ν’ ἀπολογηθεῖς γιὰ τὸν Χριστό, τὸν ἔκαμες σύντροφο τοῦ ληστῆ; Ὄχι, λέγει. Ἐξαφανίζω τὴν ὑποψία αὐτὴ μὲ τὰ παρακάτω. Γιὰ νὰ μὴ νομίσεις δηλαδὴ ὅτι ἐξατίας τῆς ἴδιας τιμωρίας τὸν ἔκαμε καὶ σύντροφό τους στὴν ἁμαρτία, πρόσθεσε τὴ διόρθωση καὶ εἶπε: «Καὶ ἐμεῖς βέβαια δίκαια τιμωρηθήκαμε, γιατί ἄξια παθαίνουμε γι’ αὐτὰ ποὺ κάναμε».

Εἶδες τέλεια ἐξομολόγηση; Εἶδες πῶς ἀπαλλάχθηκε ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του ἐπάνω στὸν σταυρό; Γιατί λέγει ὁ προφήτης: «Νὰ λέγεις πρῶτος ἐσὺ τὶς ἁμαρτίες σου, γιὰ νὰ συγχωρηθεῖς»17. Κανεὶς δὲν τὸν ἀνάγκασε, κανεὶς δὲν τὸν πίεσε, ἀλλὰ ὁ ἴδιος κατηγόρησε τὸν ἑαυτὸ του λέγοντας: «Καὶ ἐμεῖς βέβαια δίκαια τιμωρηθήκαμε, γιατί παθαίνουμε ἄξια γι’ αὐτὰ ποὺ κάναμε. Αὐτὸς ὅμως δὲν ἔκαμε κανένα κακό». Καὶ ὕστερα λέγει: «Θυμήσου με, Κύριε, στὴ βασιλεία σου». Δὲν τόλμησε νὰ πεῖ πρῶτα, «Θυμήσου με στὴ βασιλεία σου», ὥσπου μὲ τὴν ἐξομολόγηση πέταξε ἀπὸ πάνω του τὸ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν του. Βλέπεις πόσο μεγάλο πράγμα εἶναι ἡ ἐξομολόγηση; Ἐξομολογήθηκε, καὶ ἄνοιξε τὸν παράδεισο• ἐξομολογήθηκε, καὶ ἀπέκτησε τόσο θάρρος, ὥστε ἀπὸ ληστὴς ποὺ ἦταν νὰ ζητήσει τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Βλέπεις πόσα ἀγαθὰ μᾶς προξένησε ὁ σταυρός; Ἀναλογίζεσαι τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν; Πές μου λοιπόν, βλέπεις κάτι τέτοιο; Αὐτὰ ποὺ βλέπεις εἶναι καρφιὰ καὶ σταυρός, ἀλλ’ ὁ σταυρὸς αὐτός, λέγει, εἶναι τὸ σύμβολο τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Γι’ αὐτὸ τὸν ὀνομάζω βασιλιά, ἐπειδὴ τὸν βλέπω νὰ σταυρώνεται. Γιατί εἶναι χαρακτηριστικό του βασιλιᾶ νὰ πεθαίνει γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ὑπηκόων του. Ὁ Ἴδιος ὁ Χριστὸς εἶπε: «Ὁ ποιμένας ὁ καλὸς θυσιάζει τὴ ζωή του γιὰ τὴ σωτηρία τῶν προβάτων τοῦ»18. Ἑπομένως καὶ ὁ βασιλιάς ὁ καλὸς θυσιάζει τὴ ζωή του γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ὑπηκόων του. Ἐπειδὴ λοιπὸν θυσίασε τὴ ζωή Του, γι’ αὐτὸ τὸν ὀνομάζω βασιλιά. «Θυμήσου με, Κύριε, στὴ βασιλεία σου».

4.-. Εἶδες πῶς ὁ σταυρὸς εἶναι σύμβολο καὶ τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν; Θέλεις νὰ μάθεις αὐτὸ καὶ ἀπὸ ἀλλοῦ; Δὲν τὸν ἄφησε στὴ γῆ ὁ Χριστός, ἀλλὰ τὸν πῆρε μαζί του καὶ τὸν ἀνέβασε στὸν οὐρανό. Ἀπὸ ποῦ φαίνεται αὐτό; Ἐπειδὴ πρόκειται νὰ ἔρθει μὲ τὸν σταυρὸ στὴ δεύτερη καὶ ἔνδοξη παρουσία Του, γιὰ νὰ μάθεις πόσο σεβαστὸ πράγμα εἶναι ὁ σταυρός, γι’ αὐτὸ καὶ τὸν ὀνόμασε δόξα. Ἀλλ’ ἂς δοῦμε πῶς θὰ ἔρθει μὲ τὸν σταυρό, γιατί εἶναι ἀνάγκη νὰ σᾶς φέρω τὴν ἀπόδειξη. «Ἐὰν σᾶς ποῦν», λέγει ὁ Χριστός, «νά, ὁ Χριστὸς εἶναι στὰ ἰδιαίτερα δωμάτια, νὰ εἶναι στὴν ἔρημο, μὴ βγεῖτε νὰ τὸν συναντήσετε»19, καὶ ἐννοεῖ τὴ δεύτερη παρουσία Του, τὴν ἔνδοξη• καὶ ἀναφέρεται στοὺς ψευδόχριστους, στοὺς ψευδοπροφῆτες καὶ στὸν ἀντίχριστο, γιὰ νὰ μὴ πλανηθεῖ κανεὶς καὶ πέσει στὴν παγίδα του. Ἐπειδή δηλαδὴ, ὁ ἀντίχριστος θὰ ἔρθει πρὶν ἀπὸ τὸν Χριστό, γιὰ νὰ μὴν πέσει κανεὶς στὸ στόμα τοῦ λύκου, ἀναζητώντας τὸν Ποιμένα, γι’ αὐτό σοῦ ἀναφέρω ἕνα σημάδι τῆς παρουσίας τοῦ Ποιμένα.

Ἐπειδὴ, λοιπὸν, ἡ πρώτη παρουσία Του στὸν κόσμο ἔμεινε ἀπαρατήρητη, γιὰ νὰ μὴν νομίσεις ὅτι καὶ ἡ δεύτερη θὰ γίνει μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, ἔδωσε αὐτὸ τὸ σημάδι. Ἡ πρώτη παρουσία Του δικαιολογημένα ἔμεινε ἀπαρατήρητη, ἐπειδὴ ἦρθε νὰ βρεῖ τὸ χαμένο πρόβατο. Ἡ δεύτερη ὅμως δὲν θὰ γίνει ἔτσι. Ἀλλὰ πῶς; πές μου. «Ὅπως ἡ ἀστραπὴ βγαίνει ἀπὸ τὴν ἀνατολὴ καὶ φαίνεται μέχρι τὴ δύση, ἔτσι θὰ γίνει καὶ ἡ παρουσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου»20. Θὰ φανεῖ σ’ ὅλους μαζὶ καὶ δὲ θὰ χρειασθεῖ νὰ ἐρωτήσει κανείς, ἂν ὁ Χριστὸς εἶναι ἐδῶ ἢ ἐκεῖ. Ὅπως λοιπὸν ὅταν φαίνεται μία ἀστραπὴ δὲν χρειάζεται νὰ ἐξετάσουμε ἂν φάνηκε, ἔτσι ὅταν συμβεῖ ἡ δεύτερη παρουσία τοῦ Χριστοῦ, δὲν χρειάζεται νὰ ἐξετάζουμε ἂν ἦρθε ὁ Χριστός. Ἀλλ’ ἐκεῖνο ποὺ θέλουμε ν’ ἀποδείξουμε εἶναι, ἂν θὰ ἔρθει μὲ τὸν σταυρό. Δὲν πρέπει βέβαια νὰ ξεχάσουμε τὴν ὑπόσχεσή μας. Ἄκουσε λοιπὸν τὰ ἑξῆς. «Τότε», λέγει• τότε, πότε; «Ὅταν θὰ ἔρθει ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ἥλιος θὰ σκοτισθεῖ καὶ ἡ σελήνη δὲν θὰ δώσει τὸ φῶς της»21. Γιατί τόσο ὑπερβολικὸ θὰ εἶναι τότε τὸ φῶς, ὥστε καὶ τὰ πιὸ λαμπρὰ ἄστρα θὰ κρυφθοῦν. «Τότε καὶ τὰ ἄστρα θὰ πέσουν ἀπὸ τὸν οὐρανό, τότε θὰ φανεῖ στὸν οὐρανὸ καὶ τὸ σημάδι τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου»22.

Εἶδες πόση εἶναι ἡ δύναμη τοῦ σταυροῦ; Ὁ ἥλιος θὰ σκοτισθεῖ καὶ ἡ σελήνη δὲ θὰ φανεῖ, ὁ σταυρὸς ὅμως λάμπει καὶ φαίνεται, γιὰ νὰ μάθεις ὅτι εἶναι πιὸ λαμπρὸς καὶ ἀπὸ τὸν ἥλιο καὶ ἀπὸ τὴ σελήνη. Καὶ ὅπως ὅταν ἕνας βασιλιὰς μπαίνει σὲ κάποια πόλη, οἱ στρατιῶτες παίρνουν τὰ λάβαρα, τὰ σηκώνουν στοὺς ὤμους τους καὶ προαγγέλλουν τὴν εἴσοδό του, ἔτσι καὶ ὅταν ὁ Κύριος θὰ κατεβαίνει ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς θὰ προηγοῦνται οἱ στρατιὲς τῶν ἀγγέλων καὶ τῶν ἀρχαγγέλων καὶ θὰ φέρουν στοὺς ὤμους τους τὸν σταυρὸ καὶ θὰ μᾶς προαγγέλλουν τὴ βασιλικὴ εἴσοδό Του. «Τότε θὰ σαλευθοῦν οἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν», λέγει, καὶ ἐννοεῖ τοὺς ἀγγέλους• θὰ τοὺς πιάσει τότε πολὺς τρόπος καὶ φόβος.

Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο; πές μου. Θὰ εἶναι φοβερὸ τὸ δικαστήριο ἐκεῖνο, γιατί πρόκειται ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος νὰ δικασθεῖ καὶ νὰ παρουσιασθεῖ μπροστὰ στὸ φοβερὸ κριτή. Γιὰ ποιὸ λοιπὸν λόγο οἱ ἄγγελοι φοβοῦνται καὶ τρέμουν; ἀφοῦ δὲν πρόκειται αὐτοὶ νὰ δικασθοῦν. Γιατί, ὅπως ὅταν δικάζει ἕνας ἄρχοντας δὲν φοβοῦνται καὶ τρέμουν οἱ ἔνοχοι μόνο, ἀλλὰ καὶ οἱ φρουροί, ποὺ δὲν αἰσθάνονται καμιὰ ἐνοχή, ἐπειδὴ φοβοῦνται τὸν δικαστή, ἔτσι καὶ τότε, ὅταν θὰ δικάζεται τὸ ἀνθρώπινο γένος, θὰ φοβοῦνται καὶ οἱ ἄγγελοι, ποὺ δὲν αἰσθάνονται καμιὰ ἐνοχή, ἐπειδὴ θὰ φοβοῦνται πάρα πολὺ τὸν δικαστή.

Γιατί ὅμως φαίνεται τότε ὁ σταυρὸς καὶ γιατί ἔρχεται ἔχοντας τὸν σταυρὸ ὁ Κύριος; Γιὰ νὰ μάθουν τὴν ἀχαριστία τους ἐκεῖνοι ποὺ τὸν σταύρωσαν, γι’ αὐτὸ τοὺς δείχνει αὐτὸ τὸ σύμβολο τῆς ντροπῆς τους. Καὶ ὅτι πραγματικὰ γι’ αὐτὸ φέρει μαζί Του τὸ σταυρό, ἄκουσε τὸν προφήτη ποὺ λέγει: «Τότε θὰ θρηνήσουν ὅλες οἱ φυλὲς τῆς γῆς»23, γιατί θὰ δοῦν τὸν κατήγορό τους καὶ θ’ ἀναγνωρίσουν τὸ σφάλμα τους. Καὶ γιατί ἀπορεῖς, ἐὰν θὰ ἔρθει μαζὶ μὲ τὸν σταυρό, ἀφοῦ τότε θὰ δείχνει καὶ τὶς ἴδιες τὶς πληγές Του; «Γιατί θὰ δοῦν», λέγει ὁ προφήτης, «ἐκεῖνον ποὺ τὸν τρύπησαν μὲ τὴ λόγχη»24. Ὅπως δηλαδὴ ἔκαμε στὴν περίπτωση τοῦ Θωμᾶ, ἐπειδὴ ἤθελε νὰ διορθώσει τὴν ἀπιστία τοῦ μαθητῆ Του, καὶ ἀφοῦ ἀναστήθηκε τοῦ ἔδειξε τὰ σημάδια τῶν καρφιῶν καὶ τὶς πληγές, καὶ τοῦ εἶπε, «Βάλε τὸ χέρι σου καὶ δές, γιατί τὸ φάντασμα δὲν ἔχει σάρκα καὶ ὀστᾶ»25, ἔτσι καὶ τότε θὰ δείξει τὶς πληγὲς καὶ τὸν σταυρό, γιὰ ν’ ἀποδείξει ὅτι αὐτὸς ἦταν ἐκεῖνος ποὺ σταυρώθηκε.

5.-. Καὶ ὄχι μόνο ἀπὸ τὸ σταυρό, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ λόγια ποὺ εἶπε πάνω στὸν σταυρὸ εἶναι δυνατὸ νὰ δοῦμε τὴν ἀνέκφραστη φιλανθρωπία Του. Γιατί ἀκόμη καὶ τότε ποὺ τὸν σταύρωναν καὶ τὸν εἰρωνεύονταν καὶ τὸν περιγελοῦσαν καὶ τὸν ἔφτυναν, ἔλεγε: «Πατέρα, συγχώρησέ τους τὴν ἁμαρτία, γιατί δὲν ξέρουν τί κάνουν»26. Καὶ ὅταν σταυρώνεται, προσεύχεται γι’ αὐτοὺς ποὺ τὸν σταύρωναν, ἂν καὶ ἔλεγαν τὰ ἀντίθετα: «Ἐὰν εἶσαι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, κατέβα ἀπὸ τὸν σταυρὸ καὶ θὰ πιστέψουμε σὲ σένα»27. Ἀλλ’ ὅμως, γι’ αὐτὸ δὲν κατεβαίνει ἀπὸ τὸν σταυρό, ἐπειδὴ εἶναι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ γι’ αὐτὸ ἦρθε, γιὰ νὰ σταυρωθεῖ γιὰ τὴ σωτηρία μας. «Κατέβα ἀπὸ τὸ σταυρό», λέγει, «καὶ θὰ πιστέψουμε σὲ σένα». Αὐτὰ εἶναι λόγια καὶ πρόφαση γιὰ τὴν ἀπιστία τους. Γιατί τὸ ὅτι ἀναστήθηκε, ἂν καὶ ὑπῆρχε ὁ λίθος στὸν τάφο Του, ἦταν πολὺ μεγαλύτερο ἀπὸ τὸ νὰ κατεβεῖ ἀπὸ τὸν σταυρό. Τὸ νὰ βγάλει ἀπὸ τὸ μνῆμα τὸν Λάζαρο, ποὺ ἦταν νεκρὸς τέσσερις ἡμέρες καὶ δεμένος μὲ τὰ νεκρικὰ σάβανα, ἦταν πολὺ μεγαλύτερο ἀπὸ τὸ νὰ κατεβεῖ ἀπὸ τὸ σταυρό.

Ἐκεῖνοι λοιπὸν ἔλεγαν: «Ἐὰν εἶσαι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σῶσε τὸν ἑαυτό σου». Αὐτὸς ὅμως ἔκανε τὰ πάντα, γιὰ νὰ σώσει ἐκείνους ποὺ τὸν ἔβριζαν, καὶ ἔλεγε: «Συγχώρησέ τους τὴν ἁμαρτία, γιατί δὲν ξέρουν τί κάνουν». Τί λοιπὸν ἔγινε; Τοὺς συγχώρησε τὴν ἁμαρτία τους; Τοὺς συγχώρησε, ἂν ἤθελαν νὰ μετανοήσουν. Γιατί ἂν δὲν τοὺς συγχωροῦσε τὴν ἁμαρτία, δὲν θὰ γινόταν ὁ Παῦλος ἀπόστολος. Ἂν δὲν τοὺς συγχωροῦσε τὴν ἁμαρτία, δὲν θὰ πίστευαν ἀμέσως τρεῖς χιλιάδες καὶ πέντε χιλιάδες καὶ πολλὲς μυριάδες. Ὅτι πραγματικὰ πίστεψαν πολλὲς μυριάδες Ἰουδαίων, ἄκουσε τί λέγουν οἱ ἀπόστολοι στὸν Παῦλο: «Βλέπεις, ἀδελφέ, πόσες εἶναι οἱ μυριάδες τῶν Ἰουδαίων ποῦ πίστεψαν στὸν Χριστό;»28.

Ἂς μιμηθοῦμε λοιπὸν τὸν Κύριο καὶ ἂς προσευχόμαστε γιὰ τοὺς ἐχθρούς μας. Πάλι λοιπὸν καταλήγω σ’ αὐτὴν τὴ συμβουλή. Εἶναι ἡ πέμπτη ἡμέρα σήμερα ποὺ σᾶς ὁμιλῶ γιὰ τὸ ζήτημα αὐτό, ὄχι γιατί θέλω νὰ σᾶς κατηγορήσω γιὰ ἀπείθεια, μακριὰ μιά τέτοια σκέψη, ἀλλὰ γιατί πάρα πολὺ ἐλπίζω ὅτι θὰ πεισθεῖτε. Ἐὰν ὅμως ὑπάρχουν μερικοὶ σκληρόκαρδοι καὶ ὀργίλοι καὶ δύστροποι, ποὺ δὲν ὑπάκουσαν σ’ αὐτὰ ποὺ γιὰ τὴν προσευχὴ εἴπαμε, ἴσως ντραποῦν, ποὺ σᾶς ὁμιλῶ πολλὲς ἡμέρες, καὶ ἀπομακρύνουν κάποτε τὸ μῖσος καὶ τὴ μικροψυχία. Μιμήσου τὸν Κύριό σου• σταυρωνόταν, καὶ μιλοῦσε στὸν Πατέρα γιὰ τὸ καλὸ αὐτῶν ποὺ τὸν σταύρωναν. Πῶς μπορῶ, θὰ πεῖ κάποιος, νὰ μιμηθῶ τὸν Κύριο; Ἐὰν θέλεις, μπορεῖς. Γιατί, ἐὰν δὲν μποροῦσες νὰ τὸν μιμηθεῖς, πὼς ἔλεγε, «Μάθετε ἀπὸ μένα, ὅτι εἶμαι πράος καὶ ταπεινὸς στὴν καρδιὰ»29; Ἐὰν δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ τὸν μιμηθεῖς, δὲν θὰ ἔλεγε ὁ Παῦλος: «Νὰ γίνεστε μιμητές μου, ὅπως καὶ ἐγὼ γίνομαι μιμητὴς τοῦ Χριστοῦ»30. Ἀλλ’ ὅμως δὲν θέλεις νὰ μιμηθεῖς τὸν Κύριο; Μιμήσου τὸν συνάνθρωπό σου, ἐννοῶ τὸν ἀπόστολο Στέφανο, γιατί καὶ αὐτὸς μιμήθηκε τὸν Κύριο. Καὶ ὅπως ὁ Χριστὸς, ἀνάμεσα στοὺς σταυρωτές Του, ἀδιαφόρησε γιὰ τὴ σταύρωσή του, ἀδιαφόρησε γιὰ τοὺς πόνους Του καὶ παρακαλοῦσε τὸν Πατέρα νὰ συγχωρήσει τοὺς σταυρωτές Του, ἔτσι καὶ ὁ διάκονος Στέφανος ἀνάμεσα σ’ αὐτοὺς ποὺ τὸν λιθοβολοῦσαν, καθὼς τὸν κτυποῦσαν ὅλοι καὶ δεχόταν τὶς πέτρες τους, ἀδιαφόρησε γιὰ τοὺς πόνους ποὺ τοῦ προκαλοῦσαν τὰ κτυπήματα καὶ ἔλεγε: «Κύριε, μὴ λογαριάσεις σ’ αὐτοὺς τὴν ἁμαρτία αὐτὴ»31.

Εἶδες πῶς ὁμιλεῖ ὁ Υἱός; Εἶδες πῶς παρακαλεῖ ὁ ἄνθρωπος; Ἐκεῖνος λέγει: «Πατέρα, συγχώρησέ τους τὴν ἁμαρτία αὐτή, γιατί δὲν ξέρουν τί κάνουν», καὶ αὐτὸς λέγει: «Κύριε, μὴ τοὺς λογαριάσεις αὐτὴ τὴν ἁμαρτία». Καὶ γιὰ νὰ μάθεις ὅτι προσεύχεται μὲ εἰλικρίνεια, δὲν προσεύχεται ἁπλὰ ὄρθιος ὅταν τὸν λιθοβολοῦσαν, ἀλλὰ γονάτισε καὶ προσευχήθηκε μὲ κατάνυξη καὶ πολλὴ συμπόνοια. Θέλεις νὰ σοῦ δείξω καὶ ἄλλο συνάνθρωπό σου πού ἔπαθε πολὺ περισσότερα ἀπ’ αὐτόν; Ὁ Παῦλος λέγει: «Οἱ Ἰουδαῖοι μὲ κτύπησαν μὲ ραβδιά, μία φορὰ μὲ λιθοβόλησαν, ἕνα ἡμερόνυκτο ἔμεινα στὸ πέλαγος»32. Τί λέγει λοιπὸν ὕστερα ἀπ’ αὐτά; «Θὰ εὐχόμουν», λέγει, «νὰ χωρισθῶ ἐγὼ ὁ ἴδιος ἀπὸ τὸν Χριστό, γιὰ χάρη τῶν ἀδελφῶν μου Ἰουδαίων, ποὺ εἶναι συγγενεῖς μου κατὰ σάρκα»33.

Θέλεις νὰ δεῖς καὶ ἄλλον, ὄχι ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν Παλαιά; Γιατί αὐτὸ εἶναι τὸ πάρα πολὺ ἀξιοθαύμαστο, ὅτι δηλαδὴ τότε ποὺ δὲν ὑπῆρχε ἡ προτροπὴ ν’ ἀγαποῦν οἱ ἄνθρωποι τοὺς ἐχθρούς τους, ἀλλὰ νὰ βγάζουν μάτι ἀντὶ γιὰ μάτι, καὶ δόντι ἀντὶ γιὰ δόντι, καὶ ν’ ἀνταποδίδουν τὰ ἴδια κακά, ἔφθασαν στὴ συμπεριφορὰ τῶν ἀποστόλων. Ἄκουσε τί λέγει ὁ Μωυσῆς, ποὺ λιθοβολήθηκε πολλὲς φορὲς ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους καὶ περιφρονήθηκε ἀπ’ αὐτούς: «Ἐὰν τοὺς συγχωρήσεις τὴν ἁμαρτία, συγχώρησέ την, διαφορετικά, σβῆσε καὶ μένα ἀπὸ τὸ βιβλίο ποὺ μὲ ἔχεις γράψει»34.

Βλέπεις ὅτι ὁ καθένας θέτει τὴν ἀσφάλεια τῶν ἄλλων πρὶν ἀπὸ τὴ δική του σωτηρία; Δὲν ἁμάρτησες καθόλου• γιατί θέλεις νὰ τιμωρηθεῖς μαζὶ μ’ αὐτούς; Ἐπειδή, λέγει, δὲν αἰσθάνομαι καθόλου τὴν εὐτυχία, ὅταν οἱ ἄλλοι ὑποφέρουν. Θὰ μᾶς ἦταν βέβαια, ἀρκετὰ αὐτὰ τὰ παραδείγματα. Ἀλλὰ γιὰ νὰ διορθωθοῦμε ἀπὸ τὰ πολλὰ παραδείγματα, θ’ ἀναφέρω καὶ κάποιον ἄλλο ποὺ ἔκαμε τὶς ἴδιες σκέψεις. Γιατί καὶ ὁ Δαυίδ, ὁ μακάριος καὶ πράος ἐκεῖνος ἄνδρας, ὅταν ἐπαναστάτησε ἐναντίον του ὅλος ὁ στρατός του καὶ ἔδωσε ὅλη του τὴ δύναμη στὸν υἱὸ του τὸν Ἀβεσαλώμ, καὶ ἐπιτέθηκε νὰ καταλάβει τὴν ἐξουσία καὶ ἤθελε νὰ τὸν σφάξει, καὶ ἔπειτα ὀργίσθηκε γι’ αὐτὸ ὁ Θεὸς (γιατί τί σημασία ἔχει ἂν βρῆκε ἄλλη πρόφαση γιὰ τὴ σφαγή;), καὶ ἔστειλε τὸν ἄγγελό του μὲ γυμνὸ τὸ ξίφος, γιὰ νὰ κτυπήσει ἀπὸ ψηλά, ὅταν ἔβλεπε ὅτι ἀφανίζονται ὅλοι, τί λέγει; «Ἐγὼ ὁ ποιμένας ἁμάρτησα, καὶ ἐγὼ ὁ ποιμένας ἔκαμα κακό. Ἂς πέσει ἡ τιμωρία σου σὲ μένα καὶ στὴν πατρική μου οἰκογένεια»35.

Βλέπεις πάλι ὅμοια κατορθώματα; Θέλεις νὰ σοῦ δείξω καὶ ἄλλον; Γιατί δὲν μᾶς λείπει καὶ ἄλλος ποὺ ἔκαμε τὶς ἴδιες σκέψεις. Ὁ προφήτης Σαμουὴλ βρίσθηκε ἀπὸ τοὺς Ἰουδαίους, καθαιρέθηκε, περιφρονήθηκε τόσο, ὥστε ὁ Θεὸς θέλησε νὰ τὸν παρηγορήσει καὶ τοῦ εἶπε: «Δὲν περιφρόνησαν ἐσένα, ἀλλ’ ἐμένα»36. Τί λοιπὸν ἀπάντησε ἐκεῖνος ποὺ περιφρονήθηκε, ποὺ προσβλήθηκε καὶ πού βρίσθηκε; «Εἴθε νὰ μὴν κάνω τέτοια ἁμαρτία», λέγει, «ὥστε νὰ σταματήσω νὰ προσεύχομαι στὸν Κύριο γιὰ σᾶς»37. Θεώρησε ὅτι εἶναι ἁμαρτία, τὸ νὰ μὴν προσεύχεται γιὰ τοὺς ἐχθρούς του.

Εἴθε λοιπὸν νὰ μὴ συμβεῖ ν’ ἁμαρτήσω ἔτσι, ὥστε νὰ μὴν προσεύχομαι γιὰ σᾶς. Ὁ Χριστὸς λέγει: «Πατέρα, συγχώρησέ τους τὴν ἁμαρτία, γιατί δὲν ξέρουν τί κάνουν». Ὁ Στέφανος λέγει: «Κύριε, μὴ τοὺς λογαριάσεις τὴν ἁμαρτία αὐτή». Ὁ Παῦλος λέγει: «Θὰ εὐχόμουν νὰ γίνω ἀνάθεμα γιὰ χάρη τῶν ἀδελφῶν μου, τῶν συγγενῶν μου κατὰ σάρκα». Ὁ Μωυσῆς λέγει: «Ἐὰν τοὺς συγχωρήσεις τὴν ἁμαρτία τους, συγχώρησέ την διαφορετικά, σβῆσε καὶ μένα ἀπὸ τὸ βιβλίο ποὺ μὲ ἔγραψες». Ὁ Δαυὶδ λέγει: «Ἂς πέσει ἡ τιμωρία σου σὲ μένα καὶ στὴν πατρική μου οἰκογένεια». Ὁ Σαμουὴλ λέγει: «Εἴθε νὰ μὴ κάνω τέτοια ἁμαρτία, ὥστε νὰ σταματήσω νὰ προσεύχομαι στὸν Κύριο γιὰ σᾶς».

Πές μου λοιπόν, ποιὰ συγγνώμη θὰ ἐπιτύχουμε, ὅταν, ἐνῶ ὁ Κύριος καὶ οἱ συνάνθρωποί μας, ἀπὸ τὴν Καινὴ καὶ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ὅλοι μᾶς παρακινοῦν νὰ προσευχόμαστε γιὰ τοὺς ἐχθρούς μας, ἐμεῖς ὅμως κάνουμε τὸ ἀντίθετο καὶ προσευχόμαστε γιὰ τὸ κακὸ τῶν ἐχθρῶν μας;

Μή, σᾶς παρακαλῶ, ἀδελφοί, μὴ τὸ κάνετε αὐτό. Γιατί, ὅσο περισσότερα εἶναι τὰ παραδείγματα, τόσο μεγαλύτερη θὰ εἶναι ἡ τιμωρία, ἐὰν δὲν τὰ μιμηθοῦμε. Εἶναι σπουδαιότερο νὰ προσεύχεται κανεὶς γιὰ τοὺς ἐχθρούς του, παρὰ γιὰ τοὺς φίλους του. Γιατί δὲν σᾶς ὠφελεῖ τόσο τὸ δεύτερο, ὅσο τὸ πρῶτο. «Γιατί, ἂν ἀγαπᾶτε ἐκείνους ποὺ σᾶς ἀγαποῦν, δὲν κάνετε τίποτε τὸ σπουδαῖο», λέγει ὁ Χριστός: «Γιατί καὶ οἱ τελῶνες τὸ ἴδιο κάνουν»38. Ἑπομένως, ἐὰν προσευχηθοῦμε γιὰ τοὺς φίλους μας, δὲν γίναμε καθόλου καλύτεροι ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ ἀπὸ τοὺς τελῶνες. Ὅταν ὅμως ἀγαπήσουμε τοὺς ἐχθρούς μας, γίναμε, ὅσο εἶναι ἀνθρώπινα δυνατὸ, ὅμοιοι μὲ τὸν Θεό, γιατί «ἀνατέλλει τὸν ἥλιό Του σὲ πονηροὺς καὶ σ’ ἀγαθούς, καὶ βρέχει στοὺς δίκαιους καὶ στοὺς ἄδικους»39.

Ἂς γίνουμε, λοιπὸν, ὅμοιοι μὲ τὸν Πατέρα, γιατί λέγει: «Νὰ γίνεστε ὅμοιοι μὲ τὸν Πατέρα σας ποὺ βρίσκεται στοὺς οὐρανούς», γιὰ ν’ ἀξιωθοῦμε καὶ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, μὲ τὴ Χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν Ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα καὶ ἡ δύναμη στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: 1. Ἰω. 10, 11. 2. Ἃ’ Κόρ. 5, 8. 3. Ἃ’ Κόρ. 5, 7. 4. Ἑβρ. 5, 1 καὶ 8, 3. 5. Ἑβρ. 9, 28. 6. Ἤσ. 53, 12. 7. Ἃ’ Τίμ. 2, 8. 8. Παλαιότερα πίστευαν ὅ,τι ὁ κόσμος δημιουργήθηκε τὸ 5000 π.Χ. Ἡ ἴδια ἀν¬τίληψη ὑπάρχει στὴν ἐποχὴ τοῦ Χρυσοστόμου καὶ ἀργότερα. 9. Λουκᾶ 23, 43. 10. Λουκᾶ 23, 42. 11. Μάτθ. 4, 19. 12. Μάτθ. 19, 28. 13. Ἤσ. 53, 12. 14. Μάτθ. 26, 17 14α Μάτθ. 26, 15. 15 . 23 , 40-41. 16. Μάτθ. 7, 1. 17. Ἤσ. 43, 26. 18. Ἰω. 10, 11. 19. Μάτθ. 24, 26. 20. Μάτθ. 24, 27. 21. Μάτθ. 24, 29. 22. Μάτθ. 24, 30. 23. Ἀποκ. ι, 7. 24. Ζάχ. 12, 10. 25. Ἰω. 20, 27• Λουκᾶ 24, 39. 26. Λουκᾶ 23, 34. 27. Μάτθ. 27, 40.42. 28. Πράξ. 21, 20. 29. Μάτθ. 11, 29. 30. Ἃ’ Κόρ. 11, 1. 31. Πράξ. 7, 60. 32. Β’ Κόρ. 11, 25. 33. Ρώμ. 9, 3. 34. Ἐξ. 32, 31-32. 35. Β’ Βάσ. 24, 17. 36. Ἃ’ Βάσ. 8, 7. 37. Ἃ’ Βάσ. 12, 23. 38. Μάτθ. 5, 46. 39. Μάτθ. 5, 45.





ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΕΡΓΑ -36

ΠΑΤΕΡΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ»