Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2014

Aγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου

θρίαμβος τς κκλησίας

Πς ποδεικνύεται τι Χριστς εναι Θεός; Στ βασικ ατ ρώτημα ς μν προσπαθήσουμε ν’ παντήσουμε μ τ πιχείρημα τς δημιουργίας το ορανο κα τς γς, γιατί πιστος δν θ τ παραδεχθε. ν το πομε τι νέστησε νεκρούς, θεράπευσε τυφλούς, διωξε δαιμόνια, οτε τότε θ συμφωνήσει. ν το πομε τι ποσχέθηκε νάσταση νεκρν, βασιλεία ορανν κα νέκφραστα γαθά, τότε χι μόνο δν θ συμφωνήσει, λλ κα θ γελάσει.
Πς λοιπν θ τν δηγήσουμε στν πίστη, κα μάλιστα ταν δν εναι πνευματικ καλλιεργημένος; σφαλς μ τ ν στηριχθομε σ λήθειες, πο κι μες κα ατς παραδεχόμαστε χωρς καμι ντίρρηση κα μφιβολία.
Σ ποι λοιπν σημεο συμφωνομε μαζί του πόλυτα; Στ τι Χριστς φύτεψε τν κκλησία. π’ ατ θ φανερώσουμε τ δύναμη κα θ’ ποδείξουμε τ θεότητα το Χριστο. Θ δομε τι εναι δύνατο ν’ ποτελε νθρώπινο ργο διάδοση το Χριστιανισμο σ’ λη τν οκουμένη μέσα σ τόσο σύντομο χρονικ διάστημα. Κα μάλιστα, ταν χριστιανικ θικ προσκαλε στν νώτερη ζω νθρώπους μ κακς συνήθειες, δούλους τς μαρτίας. Κα μως, Κύριος κατόρθωσε ν λευθερώσει π’ λα ατ χι μόνο μς, μ λόκληρο τ νθρώπινο γένος.
Κι ατ τ κατόρθωσε χωρς ν χρησιμοποιήσει πλα, χωρς ν ξοδέψει χρήματα, χωρς ν κινητοποιήσει στρατούς, χωρς ν προκαλέσει πολέμους. Τ κατόρθωσε ξεκινώντας μ δώδεκα μόνο μαθητές, πο ταν σημοι, μόρφωτοι, φτωχοί, γυμνοί, οπλοι…
Μ τέτοιους νθρώπους κατόρθωσε ν πείσει τ θνη ν σκέφτονται σωστά, χι μόνο γι τν παροσα ζωή, λλ κα γι τ μέλλουσα. Μπόρεσε ν καταργήσει προγονικος νόμους, ν ξεριζώσει ρχαες συνήθειες κα ν φυτέψει νέες. Μπόρεσε ν’ ποσπάσει τν νθρωπο π τν εκολο τρόπο ζως κα ν τν δηγήσει στ δύσκολο. Κα λ’ ατ τ κατόρθωσε, ν λοι Τν πολεμοσαν, ν διος εχε πομείνει ξευτελιστικ σταύρωση κα ταπεινωτικ θάνατο!
σφαλς δν συμβαίνουν ατ στος νθρώπους. Μλλον τ ντίθετα τος συμβαίνουν. σο δηλαδ ζον κα εδοκιμον ο διοι, τ ργο τους προοδεύει. ταν μως πεθάνουν, καταστρέφεται μαζί τους ,τι δημιούργησαν. Κα ατ τ παθαίνουν χι μόνο ο πλούσιοι οτε μόνο ο ρχοντες, λλ κα ο κυβερντες κόμα. Γιατί κα ο νόμοι τους καταλύονται κα μνήμη τους σβήνει κα τ’ νομά τους ξεχνιέται κα ο μπιστοι νθρωποί τους παραγκωνίζονται.
Ατ συμβαίνουν σ’ κείνους, πο πρτα μ’ να νεμα κυβερνοσαν λαος κα δηγοσαν στν πόλεμο λόκληρες στρατιές. Σ’ κείνους, πο καταδίκαζαν σ θάνατο κα νακαλοσαν ξόριστους.
Στν Κύριο μως γινε κριβς τ ντίθετο. Θλιβερ ταν κατάσταση το ργου Του πρν π τ σταύρωση: ούδας Τν πρόδωσε, Πέτρος Τν ρνήθηκε, ο πόλοιποι μαθητς φυγαν γι ν σωθον κα πολλο πιστο Τν γκατέλειψαν. Μόνος μεινε νάμεσα στος χθρούς. μως, μετ τ σφαγ κα τ θάνατο, γι ν μάθεις τι δν ταν πλς νθρωπος Σταυρωμένος, γιναν λα λαμπρότερα, φαιδρότερα, νδοξότερα.
Πέτρος, κορυφαος πόστολος, ατς πο πρν π τ σταύρωση δν ντεξε τν πειλ μίας πηρετριούλας, λλά, μετ π τόσες οράνιες διδασκαλίες κα τ συμμετοχή του στ θεία μυστήρια, επε τι δν γνωρίζει τν Κύριο, ατς διος, μετ τ σταύρωση, Τν κήρυξε στ πέρατα τς οκουμένης. ναρίθμητα πλήθη μαρτύρων θυσιάστηκαν, γιατί προτίμησαν ν θανατωθον παρ ν’ ρνηθον τν Χριστό, πως τν εχε ρνηθε κορυφαος πόστολος, τρομοκρατημένος π τν πειλ νς κοριτσιο. λες τώρα ο χρες, λες ο πόλεις, τ ρημικ κα τ κατοικημένα μέρη, τν Σταυρωμένο μολογον. Σ’ Ατν πιστεύουν ο βασιλιάδες κι ο στρατηγοί, ο ρχοντες κα ο πατοι, ο δολοι κα ο λεύθεροι, ο γράμματοι κα ο μορφωμένοι, ο βάρβαροι κα τ διάφορα θνη τν νθρώπων.
κόμα κι μικρς κα σήμαντος κενος τάφος, πο δέχθηκε τ αμόφυρτο μαρτυρικ σμα το Κυρίου, εναι τιμιότερος π χίλια βασιλικ παλάτια κα σεβαστς κόμα κα στος βασιλιάδες.
Τ παράδοξο μάλιστα εναι, τι ατ πο συνέβη στν Κύριο, συνέβη κα στος μαθητές Του. Γιατί ατος πο περιφρονοσαν κα φυλάκιζαν, ατος πο βασάνιζαν σκληρ μ ναρίθμητα μαρτύρια, ατος κριβς τος διους, μετ τ θάνατό τους, τος τιμοσαν περισσότερο κι π τος βασιλιάδες.
Κα πς φαίνεται ατό; Στ Ρώμη, ο ατοκράτορες κα ο πατοι κα ο στρατηγο τ πάντα γκαταλείπουν, κα τρέχουν ν προσκυνήσουν τος τάφους το ψαρά Πέτρου κα το σκηνοποιο Παύλου. Στν Κωνσταντινούπολη, ατο πο φορον τ στέμματα, θέλουν ν νταφιαστον χι κοντ στος τάφους τν ποστόλων, λλ στ πρόθυρα τν ναν τους. Κι τσι γίνονται ο βασιλιάδες θυρωρο τν ψαράδων! Μάλιστα δν ντρέπονται γι’ ατό, λλ κα καυχνται. Καυχνται χι μόνο ο διοι, λλ κα ο πόγονοί τους.
ταν ο μαθητς το Χριστο ταν μόνο δώδεκα κα δν πρχε στ σκέψη κανενς κκλησία, ταν κόμα ουδαϊκ συναγωγ νθοσε κα σεβς εδωλολατρία κυριαρχοσε σ’ λόκληρη σχεδν τν οκουμένη, Κύριος εχε προφητέψει: «Πάνω σ’ ατ τν πέτρα (δηλαδ πάνω στν μολογία πίστεως το Πέτρου) θ οκοδομήσω τν κκλησία μου, κα δν θ τν κατανικήσουν ο δυνάμεις το δη» (Ματθ. 16:18).
Διαπιστώνεις τν λήθεια ατς τς προφητείας; Βλέπεις τν κπλήρωσή της; Σκέψου πόσο σημαντικ γεγονς εναι ξάπλωση τς κκλησίας σχεδν σ’ λη τ γ μέσα σ σύντομο χρονικ διάστημα. Σκέψου πς λλαξε τ ζω τόσων θνν κα δήγησε στν πίστη τόσους λαούς, πς κατάργησε προγονικ θιμα, πς πελευθέρωσε π μακροχρόνιες συνήθειες, πς σκόρπισε σν σκόνη τν κυριαρχία τς δονς κα τ δύναμη τς μαρτίας, πς ξαφάνισε σν καπν τν κάθαρτη τσίκνα τν θυσιν, τς εδωλολατρικς τελετές, τς βδελυκτς ορτές, τ ξόανα, τος βωμος κα τος ναούς, πς οκοδόμησε παντο για θυσιαστήρια, στν πατρίδα μας κα στς χρες τν Περσν, τν Σκυθν, τν Μαύρων, τν νδν. Τί λέω; κόμα κα στ Βρετανικ νησιά, πο βρίσκονται μακρι π τ Μεσόγειο, στν κεανό, πλώθηκε κκλησία κα χτίστηκαν θυσιαστήρια.
Τ ργο τς πελευθερώσεως τόσων λαν π μακροχρόνιες ασχρς συνήθειες, καθς κα μεταβολ το τρόπου τς ζως π τν εκολο στν πολ δύσκολο, εναι πράγματι θαυμαστό, μλλον περθαύμαστο. ποδεικνύει θεία νέργεια, κόμα κι ν κανες δν τ εχε μποδίσει, κόμα κι ν πικρατοσε ερήνη κα πολλο τ εχαν βοηθήσει. Γιατί ξάπλωση τς κκλησίας δν ρχόταν σ σύγκρουση μόνο μ τν ρχαία συνήθεια, λλ κα μ τν δονή, τν εχάριστο τρόπο ζως. Εχε δηλαδ δύο σχυρος ντιπάλους, πο τυραννοσαν τος νθρώπους: τ συνήθεια κα τν δονή.
σα εχαν παραλάβει, πολλος αἰῶνες πρίν, π τος πατέρες, τος παπποδες κα τος ρχαιότερους προγόνους, κόμα κι σα εχαν παραλάβει π φιλοσόφους κα ρήτορες, λα ατ συμφώνησαν ν τ περιφρονήσουν, πράγμα ξαιρετικ δύσκολο. πρεπε κόμα ν δεχθον ναν νέο τρόπο ζως, κα μάλιστα πολ δυσκολοτερο. Γιατί πομάκρυνε π τν τρυφ κα δηγοσε στ νηστεία. πομάκρυνε π τ φιλαργυρία κα δηγοσε στν κτημοσύνη. πομάκρυνε π τν σέλγεια κα δηγοσε στν γνεία. πομάκρυνε π τ θυμ κα δηγοσε στν πραότητα. πομάκρυνε π τ φθόνο κα δηγοσε στ φιλία. πομάκρυνε π τν νετη κι εχάριστη ζω κα δηγοσε στ δύσκολη, τ σκληρή, τ γεμάτη θλίψεις. Κα μάλιστα δηγοσε σ’ ατν κείνους, πο εχαν συνηθίσει στ ζω τν νέσεων. Γιατί δν γιναν, βέβαια, χριστιανοί, νθρωποι πο ζοσαν σ’ λλους κόσμους κα δν εχαν μαρτωλς συνήθειες, λλ γιναν κενοι πο εχαν σαπίσει μέσα σ’ ατς κα εχαν γίνει πι μαλακο κι π τν πηλό. Ατος κάλεσε ν βαδίσουν τν σκληρ κα τραχ δρόμο. Κα τος πεισε ν τν βαδίσουν!
Πόσους πεισε; χι μόνο δύο δέκα εκοσι κατό, λλ’ μέτρητους. Κα μ ποιος τος πεισε; Μ δώδεκα νθρώπους μόρφωτους, καλλιέργητους, σημους, φτωχούς, χωρς περιουσία, χωρς σωματικ δύναμη, χωρς δόξα, χωρς λαμπρ καταγωγή, χωρς ρητορικ κανότητα. Μ δώδεκα νθρώπους πο ταν ψαράδες, σκηνοποιοί, λλγλωσσοι. Γιατί οτε καν τν δια γλώσσα δν εχαν μ τος εδωλολάτρες. Μιλοσαν τν βραϊκή, πο ταν πολ διαφορετικ π’ λες τς λλες γλσσες. Μ’ ατος λοιπν τος δώδεκα οκοδομήθηκε κκλησία κα πλώθηκε στ πέρατα τς οκουμένης.
Κα δν εναι μόνο τοτο τ θαυμαστό, λλ κα τ τι ατο ο λίγοι, ο φτωχοί, ο μόρφωτοι κα περιφρονημένοι, πο βάλθηκαν ν’ λλάξουν τν νθρωπότητα, δν καναν νενόχλητοι τ ργο τους. π παντο ντιμετώπιζαν ναρίθμητους πολέμους. Τος πολεμοσαν σ κάθε θνος κα σ κάθε πόλη. λλ τί λέω γι θνη κα πόλεις; Σ κάθε σπίτι ξεσηκωνόταν πόλεμος ναντίον τους. διδασκαλία τος χώριζε πολλς φορς τ παιδ π τν πατέρα, τ νύφη π τν πεθερά, τν να δελφ π τν λλο, τ δολο π τν φέντη, τν πήκοο π τν ρχοντα, τν νδρα π τ γυναίκα κα τ γυναίκα π τν νδρα. Στν κάθε οκογένεια δν πίστευαν λοι ταυτόχρονα, κι τσι ο χριστιανο πέμεναν καθημερινς διαμάχες, κατάπαυστες χθρότητες, μύριους θανάτους.
Σν κοινος ντιπάλους κα χθρος λοι τούς πολεμοσαν. Τος καταδίωκαν ο βασιλιάδες, ο ρχοντες, ο πήκοοι, ο λεύθεροι, ο δολοι, ο χλοι, ο πόλεις. Κα δν καταδίωκαν μόνο τος διους, λλ -πράγμα φοβερ- καταδίωκαν κόμα κα τος νεόφυτους κατηχούμενους, κείνους δηλαδ πο μόλις εχαν πιστέψει.
Προξενοσε φρίκη κα ργ στος εδωλολάτρες σκέψη ν γκαταλείψουν τος βωμούς, ν περιφρονήσουν τς θυσίες, πο λοι ο πατέρες κα ο πρόγονοί τους τελοσαν, κα ν πιστέψουν στν Κύριο. Ν πιστέψουν σ’ ατν πο λαβε νθρώπινη σάρκα π τν Παρθένο Μαρία, πο δικάστηκε π τν Πιλάτο, πο παθε ναρίθμητα δειν κι ξευτελισμούς, πο πέμεινε τν τιμωτικ θάνατο, πο νταφιάστηκε κα ναστήθηκε.
Τ παράδοξο μάλιστα εναι, τι, ν τ πάθη το Κυρίου ταν ναμφισβήτητα -πολλο εχαν δε τς μαστιγώσεις, τ χτυπήματα, τ φτυσίματα, τ ραπίσματα, τ σταυρό, τος χλευασμούς, τν τάφο-, δν συνέβαινε τ διο κα μ τν νάσταση. Κύριος, μετ π τν νάστασή Του, μφανίστηκε μόνο σ μαθητές. Παρ τ γεγονς ατό, μιλοσαν γι τν νάσταση κα πειθαν τος λαος κα οκοδομοσαν τν κκλησία. Πς; Μ ποιν τρόπο; Μ τ δύναμη το Κυρίου, πο τος στειλε ν κηρύξουν τ εαγγέλιό Του στ θνη. Ατς ταν πο τος νοιξε τ δρόμο. Ατς διευκόλυνε τ δύσκολο ργο τους. ν δν τος βοηθοσε θεία δύναμη, οτε καν θ’ ρχιζε διάδοση το χριστιανισμο.
Γιατί ν ο τύραννοι πλίζονταν ναντίον τς κκλησίας, ν ο στρατιτες πρότειναν τ πλα τους, ν ο χλοι μαίνονταν σν γριεμένη φωτιά, ν κακ συνήθεια ντιπαρατασσόταν, ν ρήτορες, σοφιστές, πλούσιοι, διτες κα ρχοντες ξεσηκώνονταν, λόγος το Θεο, πι σχυρς κι π φλόγα, κανε στάχτη τ’ γκάθια, καθάρισε τος γρος κι σπειρε τ λόγο το κηρύγματος. λλοι π τος πιστος ρίχνονταν στς φυλακές, λλοι ξορίζονταν, λλων ο περιουσίες δημεύονταν, λλοι φονεύονταν, λλοι διαμελίζονταν. Κα μολονότι ο χριστιανο ντιμετωπίζονταν σν κοινο γκληματίες, πομένοντας κάθε εδος τιμωρίας, τιμώσεως κα διωγμο, λο κα περισσότεροι ρχονταν στν κκλησία. Μάλιστα, χι μόνο δν ποθαρρύνονταν ο νέοι πιστο π τ βασανιστήρια πο βλεπαν ν πομένουν ο παλαιότεροι, λλ γίνονταν προθυμότεροι! Μόνοι τους τρεχαν, βίαστα, εγνωμονώντας τος βασανιστές τους. Γίνονταν θερμοτεροι στν πίστη, βλέποντας τος χειμάρρους τν αμάτων τν πιστν.
Εδες τν σύγκριτη δύναμη κείνου πού κανε λα ατ τ θαύματα; Πς εναι δυνατ ν μ λυπται κανείς, ποφέροντας τέτοια φρικτ μαρτύρια; μως ατο χαίρονταν, σκιρτοσαν! Ατ μολογε, σν παράδειγμα, γιος εαγγελιστς Λουκς, πς γινε κα μ τος ποστόλους, τότε πο «φυγαν π τ συνέδριο χαρούμενοι, γιατί ξιώθηκαν ν κακοποιηθον γι χάρη το Χριστο» (Πράξ. 5:41).
Κι ν οτε να τοχο δν μπορε ν χτίσει κανες μ πέτρες κα σβέστη ταν καταδιώκεται, ο πόστολοι χτιζαν τν κκλησία σ’ λη τν οκουμένη ποφέροντας διωγμούς, φυλακίσεις, ξορίες κα μαρτυρικος θανάτους. Κα δν τν χτιζαν μ πέτρες, λλ μ ψυχές, πράγμα πολ δυσκολότερο. Γιατί δν εναι τ διο ν χτίζεις να τοχο μ τ ν πείθεις διεφθαρμένες ψυχς ν’ λλάζουν τρόπο ζως, ν γκαταλείπουν τ δαιμονικ μανία τους κα ν’ κολουθον τ ζω τς ρετς.
Τ κατόρθωσαν μως ατό, γιατί εχαν μαζί τους τν καταμάχητη δύναμη το Κυρίου, πο εχε προφητέψει: «Θ οκοδομήσω τν κκλησία μου, κα δν θ τν κατανικήσουν ο δυνάμεις το δη»(Ματθ. 16:18).
Συλλογίσου πόσοι τύραννοι πολέμησαν τν κκλησία κα πόσους φοβερος διωγμος ξεσήκωσαν ναντίον της… Αγουστος, Τιβέριος, Γάϊος, Νέρων, Βεσπασιανός, Τίτος κα ο διάδοχοί τους μέχρι τν Μέγα Κωνσταντνο, ταν λοι εδωλολάτρες. Κα λοι -λλος πιότερα, λλος σκληρότερα- πολεμοσαν τν κκλησία. Τν πολεμοσαν λοι. Κι ν μερικο δν ξεσήκωναν ο διοι διωγμούς, μως προσήλωσή τους στν εδωλολατρία ποκινοσε στν γώνα ναντίον τς κκλησίας σους θελαν ν τος κολακέψουν.
Παρ’ λα ατά, τ κακόβουλα σχέδια κα ο πιθέσεις τν εδωλολατρν διαλύθηκαν σν στο ράχνης, σκορπίστηκαν σν σκόνη, ξαφανίστηκαν σν καπνός. λλ κα σα σχεδίαζαν ναντίον τς κκλησίας, γιναν φορμ ν προκύψει μεγάλη φέλεια στος χριστιανούς. Γιατί δημιούργησαν τς χορεες τν μαρτύρων, πο ποτελον τ θησαυρό, τος στύλους, τος πύργους τς κκλησίας.
Βλέπεις λοιπν τ θαυμαστ κπλήρωση τς προφητείας; Πραγματικά, «ο δυνάμεις το δη δν θ τν κατανικήσουν». π τ παρελθόντα μως, πίστευε κα γι τ μέλλοντα. Κα στ μέλλον κανες δν θ μπορέσει ν νικήσει τν κκλησία. Γιατί ν δν κατόρθωσαν ν τ συντρίψουν ταν ριθμοσε λίγα μέλη, ταν διδασκαλία τς φαινόταν καινούργια κα παράξενη, ταν τόσοι φοβερο πόλεμοι κα τόσοι πολλο διωγμο π παντο ξεσηκώνονταν ναντίον της, πολ περισσότερο δν θ μπορέσουν ν τ βλάψουν τώρα, πο κυριάρχησε σ’ λη τν οκουμένη, πο κυρίεψε λα τ θνη κα πο ξαφάνισε τος βωμος κα τ εδωλα, τς γιορτς κα τς τελετές, τν καπν κα τν τσίκνα τν ασχρν θυσιν.
Πς πέτυχαν ο πόστολοι να τόσο μεγάλο, να τόσο σπουδαο κατόρθωμα, πειτα π τόσα μπόδια; σφαλς μ τ θεϊκ κα καταμάχητη δύναμη κείνου, πο προφήτεψε τ δημιουργία κα τ θρίαμβο τς κκλησίας. Ατ κανες δν μπορε ν τ ρνηθε, κτς κι ν εναι νόητος κα ντελς νίκανος ν σκέφτεται.
« φων τν Πατέρων», τ. ΄ σ.65-74, κδ. Ι. Μ. Παρακλήτου ρωπς ττικς