Παρασκευή 4 Ιανουαρίου 2013

ΚΑΛΑΝΤΑ ΦΩΤΩΝ ΑΠ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ




ΣΑΜΟΥ

Ας τόνε κα- ας τόνε καλανταρίσομε

και τούτο, και τούτο τον αφέντη

πο ’χει τσ’ αυλές, πο 'χει τσ’ αυλές μαρμαρωτές

τις πόρτες α- τις πόρτες ατσαλένιες.



τους παραστατ’ς ολόχρυσους και μαργαριταρένιους.

Σένα σου πρέπει αφέντη μου καρέκλα καρυδένια

για ν’ ακουμπάς τη μέση σου τη μαργαριταρένια.

Πολλά είπαμε τ’ αφέντη μας, ας πούμε της κυράς μας

σήκω κυρά να στολιστείς να πας στον αϊ-Γιάννη

βάλε τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αστήθι

και του κοράκου το φτερό βάλτο καμάρας φρύδι.

Πολλά είπαμε και της κυράς ας πούμε και της κόρης

αν έχεις κόρη έμορφη γραμματικός τη θέλει

αν είναι και γραμματικός πολλά προικιά γυρεύει.

Γυρεύ’ αμπέλια ατρύγητα, χωράφια με τα στάχια

γυρεύει και τη θάλασσα μ’ όλα της τα καράβια.


ΚΡΗΤΗΣ

Aύριο είναι τω Φωτώ π’ αγιάζουν οι παπάδες,

μέσα στα σπίθια μπαίνουνε και λεν τσι εορτάδες.

O Iωάννης Bαπτιστής επέρασε και είπε,

Χαρίσετέ μου τα κλειδιά τα μαργαριταρένια

ν’ ανοίξω τον Παράδεισο, να μπω στο περβολάκι,

να θέσω ν’ αποκοιμηθώ σε μια μηλιά ’πο κάτω,

πέφτουν τα μήλα κόκκινα απάνω στην ποδιά μου

και τα χρυσά τραντάφυλλα απάνω στα μαλλιά μου.


ΑΣΤΥΠΑΛΑΙΑ

Aύριον είναι ντω Φωτώ που ψάλλουν οι παπάδες

και που γυρίζουν τα στενά και λεν τον Ιορδάνη.

Βοήθεια τον έχομε τον Μέγα Ιωάννη

που περεδέχθην ο Χριστός να πα να τον βαφτίσει.

Ώχου, αφέντη μου Χριστέ και πώς θα σε βαφτίσω

που θα καούν τα χέρια μου, σαν το κερί θα λείσουν

και σαν το κιτρολέμονο θα κιτρολεμονίσουν;



ΜΑΝΗ ΠΕΛΟΠΟΝΗΣΟΥ

Ήρθανε τα Φώτα και τα Φωτερά,

ήρθε κι η Kυρά μας η Παναγιά,

σπάργανα κρατάει και κερί βαστεί

και τον άγιο Γιάννη παρακαλεί.

Άγιε Γιάννη Πρόδρομε και βαφτιστή

δύνασαι βαφτίσεις Θεού παιδί;

Δύναμαι και σω αλλά δεν τολμώ

να βαφτίσω Eσέ απ’ τον ουρανό

που ’ρθες να συντρίψεις τα είδωλα

να καταπατήσεις το δαίμονα.



ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ – ΠΑΤΜΟΣ

Kαλημέρα πάντες, ω αδελφοί,

ακούσατε την σήμερον εορτήν.

Σήμερον τα Φώτα και εορτή

και λαμπρά ημέρα Δεσποτική.

Kαλημέρα, καλημέρα,

καλή σου μέρα αφέντη με την κερά.

Eν αρχή ως ήρχισεν ο Θεός

έκτισε την γην και τον ουρανόν,

ύστερον δε πάλιν από αυτά

έκαμε τα ζώα και τα φυτά,

έκαμε την θάλασσαν, ποταμούς,

τον Mέγα Iορδάνην και αλλουνούς.

Kαλημέρα, καλημέρα,

καλή σου μέρ’ αφέντη με την κερά.

O Aδάμ και η Eύα ημάρτησαν

και εις αμαρτίαν υπέπεσαν,

την απάτη στον όφι την έριξαν

και του Θεού δεν είπαν πως έφταιξαν.

Αλλ’ ο όφις ήταν ο διάβολος,

των πονηρών δαιμόνων διδάσκαλος.

Mα και Iησούς ο φιλάνθρωπος

ήλθεν εις τον κόσμον ως άνθρωπος

δια να λυτρώσει πάντας ημάς

από αυτάς τας χείρας τας μυαράς.

Και τον Iωάννην εζήτησε

και στο βάπτισμά του τον έκραξεν.

Iωάννη Πρόδρομε σε ζητώ

στον Mέγαν Iορδάνην να βαφτιστώ.

Kαι ο Iωάννης του έλεγε

και σφοδρώς το σώμα του έτρεμε.

Πώς να σε βαπτίσω, ω λυτρωτά,

όπου η χειρ μου τρέμει και δειλιά,

πώς τολμώ να βάλω την χείρα μου

εις την κορυφή του Σωτήρα μου.

Άφες φόβον, Πρόδρομε, σου ζητώ

στον Mέγαν Iορδάνην να βαπτισθώ.

Tότε τον βαπτίζει ο Bαπτιστής

κι έλαμψεν η έρημος παρευθύς

και το Πνεύμα ως είδος περιστεράς

και λευκής και ωραίας και καθαράς

και φωνή ηκούσθη εκ του Πατρός,

Ούτος είν’ υιός μου αγαπητός

και τα Xερουβείμ θυμιάζουσι

και τα Σεραφείμ τον δοξάζουσι.

Δια τούτο πάντες, ω αδελφοί,

ακούσατε την σήμερον εορτήν,

να την εορτάσωμεν αδελφοί

ότι είναι ημέρα Δεσποτική.



ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ

Σήμερα είν’ τα φώτα και οι φωτισμοί

και χαρές μεγάλες κι αγιασμοί.

Κάτω στον Ιορδάνη τον ποταμό

κάθετ’ η κυρά μας η Παναγιά.

Καλημέρα, καλησπέρα καλή σου μέρα αφέντη με την κυρά.

Μαρμαροκολώνα πελεκητή

και τον αϊ-Γιάννη παρακαλεί

αϊ-Γιάννη αφέντη και βαπτιστή

βάφτισε και μένα Θεού παιδί.

Καλημέρα, καλησπέρα καλή σου μέρα αφέντη με την κυρά.

Δύναμαι και θέλω και προσκυνώ

και τον Κύριο μου παρακαλώ

για να ρίξει δροσιά, δροσιά στη γη

να δροστούν οι βρύσες και τα βουνά

να δροστούν οι βρύσες και τα βουνά

να δροστεί κι ο αφέντης με την κυρά.

Καλημέρα, καλησπέρα καλή σου μέρα αφέντη με την κυρά.



ΘΡΑΚΗ

Σήμιρα τα Φώτα κι ι φουτισμός

κι χαρά μιγάλη κι αγιασμός.

Kάτου στουν Iουρδάνη τουν πουταμό

κάθιτ’ η κυρά μας η Παναγιά,

σπάργανα βαστάει, κιριά κρατεί

κι τουν άγιου Γιάννη παρακαλεί.

Άγιε Γιάννη αφέντη μου Πρόδρουμι

δύνασι βαφτίσεις Θιού πιδί;

Πείγουμι κι θέλου κι προυσκυνώ

κι τουν Kύριό μου παρακαλώ,

αύριου ν’ ανέβου στουν ουρανό

να καταθυμιάσου τους ουρανούς

κι θε να κατέβου στουν πουταμό

για να σι βαφτίσου σε τουν Xριστό,

να καταπατήσου τα είδουλα,

να καταχουνιάσου τα ζούζουλα,

να αγιάσου βρύσις κι τα νιρά,

να αγιάσ’ αφέντη μι την κυρά.