Δευτέρα 29 Απριλίου 2013

Ἡ συκιὰ τοῦ Εὐαγγελίου


Ἅγιος Μάξιμος Ὁμολογητής

ΕΡΩΤΗΣΗ

Ποιὰ εἶναι ἡ συκιὰ τοῦ Εὐαγγελίου πού, φαινομενικὰ, ξεράθηκε παράλογα; Καὶ ποιὰ εἶναι ἡ ἀκρότατη πείνα πού ζητοῦσε καρπὸ πρὶν ἀπὸ τὴν ὥρα; Καὶ τί σημαίνει, γιὰ ἕνα ἀναίσθητο πράγμα, ἡ κατάρα; (Μάρκ. 11, 12-14, Ματθ. 21, 18)

ΑΠΟΚΡΙΣΗ

Ὁ Θεὸς Λόγος ποὺ οἰκονομεῖ τὰ πάντα γιὰ χάρη τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων, παιδαγώγησε πρῶτα τὴ φύση μας μὲ τὸ νόμο ποὺ περιέχει σωματικότερη λατρεία. Γιατί ἡ ἀνθρώπινη φύση δὲν μποροῦσε νὰ δεχτεῖ τὴν ἀλήθεια γυμνὴ ἀπὸ τυπικὰ προκαλύμματα, ἐξαιτίας τῆς ἄγνοιας καὶ τῆς ἀλλοτρίωσης ποὺ τῆς εἶχε προκληθεῖ σέ σχέση μέ τὰ ἀρχέτυπα Θεία πράγματα. Ὅταν λοιπόν, γεννήθηκε στόν κόσμο ὡς ἄνθρωπος καί προσέλαβε ἑκούσια σάρκα ‒ἡ ὁποία εἶχε νοερή καὶ λογικὴ ψυχή‒ καί ὡς Λόγος μετέφερε τὴ φύση μας στὴν ἄυλη, γνωστική, πνευματικὴ λατρεία, δὲν ἤθελε ‒ἐφόσον πλέον φάνηκε στὴ ζωὴ ἡ ἀλήθεια‒ νὰ ἐξουσιάζει τόν κόσμο τό σκοτάδι, ποὺ τύπος του ἦταν ἡ συκιά.

Γι’ αὐτὸ, λέει, ἐπιστρέφοντας ἀπὸ τὴ Βηθανία στὰ Ἱεροσόλυμα, (Ματθ. 21,18• Μάρκ. 11, 11ἑ.) δηλαδὴ, μετὰ τὴν τυπικὴ καὶ σκιώδη καὶ ποὺ ἦταν κρυμμένη μέσα στὸ νόμο παρουσία Του, ἐρχόμενος ξανὰ στοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴ σάρκα ‒γιατί ἔτσι πρέπει νὰ ἐκληφθεῖ τὸ ἐπιστρέφοντας‒ εἶδε στὸ δρόμο μία συκιὰ ποὺ εἶχε μόνο φύλλα, (Ματθ. 21,18• Μὰρκ 11,13) ποὺ ὑπῆρχε στὴ σκιὰ καὶ στοὺς τύπους, δηλαδὴ τὴ σωματικὴ λατρεία τοῦ νόμου κατὰ τὴν ἄστατη καὶ παροδικὴ παράδοση ‒ἐπειδὴ ἦταν δίπλα στὸ δρόμο‒ τὴ λατρεία τῶν τύπων μόνο καὶ τῶν θεσμῶν ποὺ περνοῦν.

Ὅταν ὁ Λόγος τὴν εἶδε σὰν συκιὰ ὡραία καὶ μεγαλοπρεπὴ καὶ στολισμένη, ὡσὰν μὲ φύλλα, μὲ τὰ ἐξωτερικὰ περιβλήματα τῶν σωματικῶν παραγγελμάτων τοῦ νόμου καὶ μὴ βρίσκοντας καρπό, δηλαδὴ δικαιοσύνη, τὴν καταράστηκε ἐπειδὴ δὲν ἔδινε τροφὴ στὸ Λόγο, ἤ καλύτερα, πρόσταξε νὰ μὴ καλύπτει πιὰ δυναστεύοντας τὴν ἀλήθεια μὲ τοὺς νομικοὺς τύπους, πράγμα ποὺ ἀποδείχτηκε στὴ συνέχεια μὲ τὰ ἔργα, ἀφοῦ καταξεράθηκε ἐντελῶς ἡ νομικὴ ὡραιότητα ποὺ εἶχε τὴν ὕπαρξή της, στὰ σχήματα μόνο καὶ ἔσβησε ἡ ἔπαρση τῶν Ἰουδαίων γι’ αὐτή.

Γιατί δὲν ἦταν εὔλογο ἀλλὰ οὔτε κι ἐπίκαιρο, ἀφοῦ πιὰ εἶχε φανεῖ λαμπρὴ ἡ ἀλήθεια τῶν καρπῶν τῆς δικαιοσύνης νὰ παρασύρεται καὶ νὰ ξεγελιέται ἀπὸ τὰ φύλλα ἡ ὄρεξη, ὅσων παράτρεχαν σὰν δρόμο τὴν παροῦσα ζωὴ, καὶ νὰ ἀφήνουν τοὺς πλούσιους φαγώσιμους καρποὺς τοῦ Λόγου. Γι’ αὐτὸ λέει δὲν ἦταν ὁ καιρὸς τῶν σύκων•(Μάρκ. 11,13) ὁ χρόνος δηλαδὴ κατὰ τὸν ὁποῖο κυριαρχοῦσε στὴν ἀνθρώπινη φύση ὁ νόμος, δὲν ἦταν καιρὸς καρπῶν τῆς δικαιοσύνης, ἀλλὰ εἰκόνιζε τοὺς καρποὺς τῆς δικαιοσύνης καὶ μυοῦσε κατὰ κάποιο τρόπο τὴ μέλλουσα Θεία κι ἀπόρρητη καὶ σωτήρια ὅλων Χάρη, στὴν ὁποία δὲν εἶχε φτάσει ἀπὸ τὴν ἀπιστία του ὁ παλαιὸς λαὸς καὶ γι’ αὐτὸ χάθηκε. Γιατί ὁ Ἰσραήλ, λέει ὁ θεῖος ἀπόστολος, μὲ τὸ νὰ ἐπιδιώκει τὸ νόμο τῆς δικαιοσύνης, δηλαδὴ τὸ νόμο τῆς σκιᾶς καὶ τῶν τύπων, δὲν ἔφτασε στὸ νόμο τῆς δικαιοσύνης, (Ρωμ. 9, 31), δηλαδὴ τὸ νόμο ποὺ ὁλοκληρώνεται μὲ τὸ Πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ.

Ἢ πάλι: ἐπειδὴ τὸ πλῆθος τῶν ἱερέων καὶ γραμματέων καὶ νομικῶν καὶ Φαρισαίων, ἄρρωστοι ἀπὸ τὴν κενὴ δόξα μὲ τὴν ἐπίδειξη τῆς πλαστῆς εὐλάβειας τῶν ἠθῶν, φαινόμενοι ὅτι ἀσκοῦσαν δικαιοσύνη, ἔτρεφαν τὴν ἔπαρση τῆς οἴησης, ὁ Λόγος λέει ὅτι ἡ οἴηση αὐτῶν ποὺ ἀναφέρθηκαν εἶναι συκιὰ ἄκαρπη πλούσια μόνο σὲ φύλλα, τὴν ὁποία, αὐτὸς ποὺ ἐπιθυμεῖ τὴ σωτηρία ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ πεινᾶ τὴ θέωσή τους, τὴν καταριέται ὡς ἄκαρπη καὶ τὴν ξεραίνει, ὥστε, προκρίνοντας τὸ νὰ εἶναι δίκαιοι ἀπὸ τὸ νὰ φαίνονται δίκαιοι, ἀφοῦ ξεντυθοῦν τὸ χιτώνα τῆς ἠθικῆς ὑπόκρισης καὶ φορέσουν τὸ γνήσιο χιτώνα τῆς ἀρετῆς, ὅπως θέλει ὁ Θεῖος Λόγος, νὰ περάσουν μ’ εὐσέβεια τὴ ζωὴ τους, παρουσιάζοντας στὸν Θεὸ τῆς ψυχῆς μᾶλλον τὴ διάθεση, παρὰ τὴν πλαστότητα τῶν ἠθῶν στοὺς ἀνθρώπους.

Ἂν τώρα καὶ μερικοὶ ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς εἴμαστε τέτοιοι, πλάθοντας τὴν εὐλάβειά μας μὲ τοὺς τρόπους χωρὶς ἔργα δικαιοσύνης, ἂν δεχτοῦμε τὸ Λόγο ὡς φιλάνθρωπο ποὺ πεινᾶ τὴ σωτηρία μας, ἀποξηραίνει τὸ σπέρμα τῆς κακίας μέσα στὴν ψυχή, τὴν οἴηση, γιὰ νὰ μὴ μᾶς δίνει πιὰ τὴν ἀνθρωπαρέσκεια, καρπὸ τῆς φθορᾶς.

Ἔχετε, σύμφωνα μὲ τὶς δικές μου πενιχρὲς δυνάμεις, τὸ νόημα τοῦ λόγου, ποὺ κατὰ τὴν ἀφήγηση ποὺ ἔκανα ἔδειξε τὸν Κύριο νὰ πεινᾶ ὀρθὰ καὶ χρήσιμα νὰ καταριέται τὴ συκιὰ καὶ νὰ τὴν ξεραίνει σὲ κατάλληλη ὥρα, γιατί ἦταν ἐμπόδιο στὴν ἀλήθεια, καὶ ποὺ ἦταν εἴτε ἡ σύμφωνη μὲ τὸ νόμο παλαιὰ παράδοση τῶν σωματικῶν τύπων εἴτε καὶ ἡ ἐπαρμένη συμπεριφορὰ τῶν Φαρισαίων καὶ ἡ δική μας.

ΠΡΟΣ ΘΑΛΑΣΣΙΟΝ, ΠΕΡΙ ΑΠΟΡΩΝ-(ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ Α’ – ΝΓ’)